Οι θυρεοειδικές ορμόνες είναι ζωτικής σημασίας για τη ρύθμιση του μεταβολισμού, της ανάπτυξης και της λειτουργίας του καρδιαγγειακού συστήματος. Παράγονται από τον θυρεοειδή αδένα και περιλαμβάνουν την τριιωδοθυρονίνη (T3) και την θυροξίνη (T4).
Χρησιμοποιούνται κυρίως για τη θεραπεία του υποθυρεοειδισμού, ενώ αντίστοιχα φάρμακα αναστέλλουν την παραγωγή τους στον υπερθυρεοειδισμό. Τα κύρια φάρμακα που διατίθενται στην Ελλάδα περιλαμβάνουν:
Οι παρενέργειες μπορεί να περιλαμβάνουν ταχυκαρδία, αϋπνία και νευρικότητα. Η δοσολογία προσαρμόζεται ατομικά με βάση εργαστηριακές εξετάσεις.
Η ινσουλίνη είναι η κύρια ορμόνη που ρυθμίζει τα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα, επιτρέποντας στα κύτταρα να απορροφήσουν το σάκχαρο. Παράγεται από το πάγκρεας και είναι απαραίτητη για τον έλεγχο του διαβήτη.
Στον διαβήτη τύπου 1 απαιτείται εξωγενής χορήγηση ινσουλίνης, ενώ στον τύπο 2 μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με άλλα αντιδιαβητικά φάρμακα. Οι τύποι ινσουλίνης κατηγοριοποιούνται ανάλογα με τη διάρκεια δράσης τους:
Η χορήγηση γίνεται με στυλό ινσουλίνης, αντλίες ή συριγγοκαλάμια. Η παρακολούθηση της γλυκόζης είναι απαραίτητη για την προσαρμογή της δόσης.
Τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη είναι οι κύριες γυναικείες ορμόνες που ρυθμίζουν τον εμμηνορρυσιακό κύκλο, τη γονιμότητα και τα δευτερογενή φυλετικά χαρακτηριστικά. Παράγονται κυρίως από τις ωοθήκες και παίζουν σημαντικό ρόλο στην αναπαραγωγική υγεία.
Χρησιμοποιούνται ευρέως στην ορμονική θεραπεία υποκατάστασης κατά την εμμηνόπαυση για την ανακούφιση από συμπτώματα όπως οι εξάψεις και η οστεοπόρωση. Επίσης, αποτελούν τη βάση των αντισυλληπτικών σκευασμάτων για τον οικογενειακό προγραμματισμό.
Η χρήση απαιτεί ιατρική παρακολούθηση λόγω πιθανών παρενεργειών όπως θρομβώσεις και ορμονοεξαρτώμενοι καρκίνοι.
Η ορμονική υποκατάσταση αποτελεί σημαντική θεραπευτική επιλογή για τις γυναίκες που αντιμετωπίζουν συμπτώματα εμμηνόπαυσης ή ορμονικές διαταραχές. Τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη παίζουν κεντρικό ρόλο στη ρύθμιση του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος και επηρεάζουν πολλές λειτουργίες του οργανισμού.
Στην ελληνική αγορά διατίθενται αποτελεσματικά ορμονικά σκευάσματα που προσφέρουν ποιοτική θεραπευτική υποστήριξη:
Η ορμονική θεραπεία προσφέρεται σε διάφορες μορφές για να καλύψει τις ατομικές ανάγκες κάθε γυναίκας. Τα δισκία αποτελούν την πιο συνηθισμένη μορφή, ενώ τα επιθέματα παρέχουν σταθερή απελευθέρωση ορμονών μέσω του δέρματος. Οι κρέμες εφαρμόζονται τοπικά και είναι ιδανικές για συγκεκριμένα συμπτώματα όπως η κολπική ξηρότητα.
Η ορμονική υποκατάσταση μπορεί να μειώσει σημαντικά τα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα και να προστατεύσει από την οστεοπόρωση. Ωστόσο, απαιτείται προσεκτική αξιολόγηση από ιατρό, καθώς ενδέχεται να αυξάνει τον κίνδυνο θρομβοεμβολικών επεισοδίων σε ορισμένες γυναίκες. Η εξατομικευμένη προσέγγιση και η τακτική παρακολούθηση είναι απαραίτητες.
Η τεστοστερόνη αποτελεί την κύρια ανδρική ορμόνη και είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση της μυϊκής μάζας, της οστικής πυκνότητας και της σεξουαλικής λειτουργίας στους άνδρες. Ο υπογοναδισμός, που χαρακτηρίζεται από χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης, μπορεί να προκαλέσει κόπωση, μειωμένη λίμπιντο και ψυχολογικές διαταραχές.
Στην Ελλάδα διατίθενται αποτελεσματικά σκευάσματα τεστοστερόνης:
Η θεραπεία με τεστοστερόνη απαιτεί τακτικούς εργαστηριακούς ελέγχους για την παρακολούθηση των επιπέδων ορμόνης, της αιματοκρίτη και των δεικτών προστάτη. Η σωστή δοσολογία και η επιλογή της κατάλληλης μεθόδου εφαρμογής εξασφαλίζουν τη βέλτιστη θεραπευτική ανταπόκριση με ελάχιστες παρενέργειες.
Τα κορτικοστεροειδή είναι ορμόνες που παράγονται από τον φλοιό των επινεφριδίων, με κύρια εκπρόσωπο την κορτιζόλη. Αυτές οι ορμόνες διαθέτουν ισχυρές αντιφλεγμονώδεις και ανοσοκατασταλτικές ιδιότητες, καθιστώντας τα συνθετικά τους ανάλογα απαραίτητα στη σύγχρονη θεραπευτική.
Τα κορτικοστεροειδή χρησιμοποιούνται αποτελεσματικά στη θεραπεία διαφόρων παθήσεων:
Κύρια φάρμακα περιλαμβάνουν την Πρεδνιζολόνη, Υδροκορτιζόνη, Δεξαμεθαζόνη και Μεθυλπρεδνιζολόνη. Η βραχυπρόθεσμη χρήση είναι γενικά ασφαλής, ενώ η μακροπρόθεσμη απαιτεί προσεκτική παρακολούθηση λόγω σοβαρών παρενεργειών όπως οστεοπόρωση και καταστολή του ανοσοποιητικού. Η απόσυρση πρέπει να γίνεται σταδιακά για αποφυγή συνδρόμου στέρησης.
Η ορμόνη αύξησης παράγεται από την υπόφυση και είναι απαραίτητη για την κανονική ανάπτυξη στην παιδική ηλικία, ενώ στους ενήλικες ρυθμίζει τον μεταβολισμό. Η σωματοτροπίνη, συνθετικό ανάλογο της ορμόνης αύξησης, χρησιμοποιείται θεραπευτικά σε περιπτώσεις ανεπάρκειας.
Οι παραθυρεοειδικές ορμόνες ρυθμίζουν τον μεταβολισμό του ασβεστίου και είναι κρίσιμες για την οστική υγεία. Στη θεραπεία της οστεοπόρωσης χρησιμοποιούνται:
Η τακτική παρακολούθηση της οστικής πυκνότητας μέσω DEXA είναι απαραίτητη για την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας και την πρόληψη παθολογικών καταγμάτων.